ως ου κάμοιμ' αν ούτε νύκτ' ούθ' ημέραν θύρσωι κροτών γην. αλήθεια, δε θα κουραστώ ούτε νύχτα ούτε μέρα με τον θύρσο να χτυπώ τη γη. ••• το γαρ βακχεύσιμον και το μανιώδες μαντικήν πολλήν έχει' όταν γαρ ο θεός ες το σώμ' έλθηι πολύς, λέγειν το μέλλον τους μεμηνότας ποιεί. άλλωστε, η βακχεία και η μανία έχουν μέσα τους δύναμη μαντική μεγάλη ' γιατί, όταν πλημμυρίσει το σώμα ο θεός, κάνει τους μανιασμένους οπαδούς του ικανούς το μέλλον να προφητεύουν. ••• και σπένδε και βάκχευε και στέφου κάρα. σπονδές να του προσφέρεις, γίνε βάκχος, στεφάνι βάλε στο κεφάλι. ••• κου θεομαχήσω σων λόγων πεισθείς ύπο. θεομάχος εγώ δε θα γίνω, τα λόγια σου ακολουθώντας. ••• δεύρο σου στέψω κάρα κισσώι. έλα να σου στεφανώσω το κεφάλι με κισσό. ••• το σοφόν δ' ου σοφία, το τε μη θνατά φρονείν. βραχύς αιών' επί τούτωι δε τις αν μεγάλα διώκων τα παρόντ' ουχί φέρει; σοφία δεν είναι να αναζητείς τη γνώση, στα όρια να μην μένεις των θνητών. σύντομη είναι η ζωή' γιατί λοιπ...
Αναρτήσεις
Προβολή αναρτήσεων από Νοέμβριος, 2022
- Λήψη συνδέσμου
- X
- Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο
- Άλλες εφαρμογές
Βάκχες 1 Τον θύρσο μου στη γη χτυπώ και μέλι αναβλύζει γηθόσυνα λευκά βυζιά με motörhead βακχεύουν τον Διόνυσο τον Βρόμιο τον άνακτα δοξάζουν χρυσόσκονη στα μάγουλα οι σάτυροι αλαλάζουν 2 Πενθέα συ αποκοτιά ετοίμαζες να κάνεις κι οι βάκχες θύρσο τίναζαν οι βάκχες οι μαινάδες και στην κορφή του έλατου ανέβηκες ρε δόλιε μα κάτω ευθύς σαν έπεσες σε πιάσανε οι μαινάδες σε σκίσανε, σε λιάνισαν στο αίμα σου βαφτήκαν 3 ο Πάνας μας τη σύριγγα τη λύρα ο Ορφέας αράζει κάπου πέρα κει κι ο Ιησούς ο μύστης -στα χέρια σου, Αγαύη μου κρατάς ένα λιοντάρι; -αγρίμι έφερα εγώ για να χαρεί ο Κάδμος -για κοίτα το καλύτερα και πες μου σαν τι βλέπεις; -θεέ μου εγώ τον σκότωσα; η μήπως οι αδερφές μου; -μαζί όλες τον πιάσατε οι σάρκες του κομμάτια -αλίμονο η μοίρα μου τι φύλαγε για μένα -αλίμονο κορούλα μου ο γιος σου ο Πενθέας σωστά δεν υπολόγισε την δύναμη του Δία την τάξη τη διασάλευσε αμάρτανε και πάει