ως ου κάμοιμ' αν 

ούτε νύκτ' ούθ' ημέραν

θύρσωι κροτών γην.

αλήθεια, δε θα κουραστώ

ούτε νύχτα ούτε μέρα

με τον θύρσο να χτυπώ τη γη.


•••


το γαρ βακχεύσιμον και το μανιώδες

μαντικήν πολλήν έχει'

όταν γαρ ο θεός ες το σώμ' έλθηι πολύς,

λέγειν το μέλλον τους μεμηνότας ποιεί.

άλλωστε, η βακχεία και η μανία έχουν μέσα τους δύναμη μαντική μεγάλη '

γιατί, όταν πλημμυρίσει το σώμα ο θεός,

κάνει τους μανιασμένους οπαδούς του

ικανούς το μέλλον να προφητεύουν.


•••


και σπένδε και βάκχευε και στέφου κάρα.

σπονδές να του προσφέρεις, γίνε βάκχος, 

στεφάνι βάλε στο κεφάλι.


•••


κου θεομαχήσω σων λόγων πεισθείς ύπο.

θεομάχος εγώ δε θα γίνω, τα λόγια σου ακολουθώντας.


•••


δεύρο σου στέψω κάρα κισσώι.

έλα να σου στεφανώσω το κεφάλι με κισσό.


•••


το σοφόν δ' ου σοφία, το τε μη θνατά φρονείν.

βραχύς αιών' επί τούτωι δε τις αν μεγάλα διώκων τα παρόντ' ουχί φέρει;

σοφία δεν είναι να αναζητείς τη γνώση,

στα όρια να μην μένεις των θνητών.

σύντομη είναι η ζωή' γιατί λοιπόν κανείς να κυνηγά τα μεγάλα, κι αυτά που έχει να μην μπορεί να τα χαρεί;


•••


Διόνυσος αυτός μ' εισέβησ', ο του Διός.

ο ίδιος ο Διόνυσος με μύησε, ο γιος του Δία.


•••


ορών ορώντα, και δίδωσιν όργια.

πρόσωπο με πρόσωπο' έτσι μου δίδαξε τα όργια του.


•••


-τα δ' όργι' εστι τιν' ιδέαν έχοντα σοι;

-άρρητ' αβακχεύτοισιν ειδέναι βροτών.

-και τι νόημα έχουν, αφού ξέρεις, 

οι οργιαστικές τελετές;

-απόρρητες είναι' δεν επιτρέπεται να τις γνωρίζουν άνθρωποι που αμύητοι

είναι στη βακχεία.


•••


-ο θεός, οράν γαρ φήις σαφώς, ποιός τις ην;

-οποίος ήθελ' ουκ εγώ 'τασσον τόδε.

-τον θεό λες ότι τον είδες καλά' πως ήταν λοιπόν;

-όπως ήθελε' δεν καθόριζα εγώ τη μορφή του.


•••


ιερός ο πλόκαμος' τώι θεώι δ'αυτόν τρέφω.

ιερά είναι τα μαλλιά μου' 

για τον Θεό τα μεγαλώνω.


•••


-και πού 'στιν; ου γαρ φανερός όμμασίν γ' εμοίς.

-παρ' εμοί' συ σ' ασεβής αυτός ων ουκ εισοράις.

-μα πού είναι; τα μάτια τα δικά μου δεν το βλέπουν.

-μαζί μου' εσύ όμως, που είσαι ασεβής, 

δεν τον βλέπεις.


•••


Ω φάος μέγιστον ημίν ευίου βακχεύματος.

Ω φως εσύ, η πιο μεγάλη λάμψη της 

χαρμόσυνης βακχείας μας.


•••


εκ δε κισσίνων θύρσων γλυκείαι

μέλιτος έσταζον ροαί.

γλυκές σταγόνες μελιού είχαν αρχίσει να στάζουν από τους κίσσινους θύρσους.


•••


θύρσον γέ χειρί και νεβρού στικτόν δέρας.

θύρσο στο χέρι και δέρμα παρδαλό από μικρό ελάφι.


•••


γνώσεται δε τον Διός Διόνυσον,

ως πεφυκεν εν μέρει θεός δεινότατος,

ανθρώποισι σ' ηπιώτατος.

έτσι θα καταλάβει ποιος είναι ο γιος του Δία,

ο Διόνυσος' ότι ως θεός τη θέληση του την επιβάλλει με τρόμο, αλλά και καλοσύνη άπειρη χαρίζει στους ανθρώπους.


•••


ίτε θοαί Λύσσας κύνες.

τρέξτε γρήγορες σκύλες της Λύσσας.


•••


ώναξ Βρόμιε, θεός φαίνηι μέγας.

βασιλιά μου, Βρόμιε, αποδεικνύεσαι μεγάλος θεός.


•••


ευάζω ξένα μέλεσι βαρβάροις.

κραυγάζω βακχικά' εγώ, μια ξένη,

με βαρβαρικούς ρυθμούς τραγουδώ.


•••


ο Διόνυσος ο Διόνυσος ου Θήβαι

κράτος έχουσ' εμόν.

ο Διόνυσος, ο Διόνυσος με εξουσιάζει,

όχι η Θήβα.


•••


Ω νεάνιδες άγω τον υμάς καμέ ταμά τ' όργια

γέλων τιθέμενον' αλλά τιμωρείσθε νιν.

κοπέλες μου, φέρνω αυτόν που ήθελε να περιγελά εσάς, εμένα και τα όργια μου' 

εμπρός, τιμωρείστε τον.


•••


εγώ τοι, μήτερ, ειμί, παις σέθεν Πενθεύς',

ον έτεκες εν δόμοις Εχίονος'

οίκτιρε δ' ω μήτερ με μηδέ ταις εμαίς

αμαρτίαισι παίδα σον κατακτάνηις.

εγώ ειμαι, μητέρα, το παιδί σου ο Πενθέας, 

που με γέννησες στο παλάτι του Εχίονα'

λυπήσου με, μητέρα μου! μη σκοτώσεις

το παιδί σου! συγχώρεσε τα σφάλματά μου.


•••


-μων σοι λέοντι φαίνεται προσεικέναι;

-ουκ, αλλά Πενθέως η τάλαιν' έχω κάρα.

-μήπως λοιπόν σου φαίνεται να μοιάζει με λιοντάρι;

-οχι, αλλά του Πενθέα το κεφάλι η άμοιρη κρατώ.


•••


πολλαί μορφαί των δαιμονίων,

πολλά δ' αέλπτως κραίνουσι θεοί'

και τα δοκηθέντ' ουκ ετελέσθη,

των δ' αδοκήτων πόρον ηύρε θεός.

τοιόνδ' απέβη τόδε πράγμα.

Το θείο έχει όψεις πολλές,

πολλά με τρόπο ανέλπιστο τα ορίζουν οι θεοί'

συχνά, όσα προσμένουμε δεν γίνονται,

και άλλοτε, όσα δεν περιμένουμε, βρίσκει τρόπο

ο θεός να μας τα δώσει.

Τέτοιο συμπέρασμα βγάζουμε από την ιστορία αυτή.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The jug​ger​naut called Brötzmann: